Friday, October 11, 2013

Κοινοβουλευτικό κόμμα και εγκληματική οργάνωση

του Σταύρου Τσακυράκη

Liberal Sociability

11 Οκτωβρίου 2013

Κατά το ισχύον Σύνταγμα δεν προβλέπεται διαδικασία διάλυσης ενός κόμματος. Στην Αναθεωρητική Βουλή υπήρξε πρόταση για τη δυνατότητα απαγόρευσης πολιτικού κόμματος αλλά αυτή απορρίφθηκε. Βέβαιο είναι ότι στις λίγες χώρες (Γερμανία, Τουρκία) που το Σύνταγμα προβλέπει τη διάλυση πολιτικού κόμματος, την σχετική απόφαση παίρνουν ανώτατα δικαστήρια (συνταγματικά δικαστήρια). Μπορούμε να έχουμε ως δεδομένα δύο πράγματα: πρώτον, ότι η διάλυση ενός κοινοβουλευτικού κόμματος σε μια δημοκρατία είναι αμφιλεγόμενο ζήτημα και δεύτερον, αν, εν πάση περιπτώσει προβλέπεται, είναι αδιανόητο να γίνεται χωρίς δικαστική απόφαση.

Πριν από λίγες μέρες, συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, βουλευτές και μέλη της. Διατάχθηκε έρευνα σε διάφορα γραφεία του κόμματος, συμπεριλαμβανομένων των γραφείων του στη Βουλή. Προτάθηκε η νομοθετική πρόβλεψη για τη διακοπή χρηματοδότησης κόμματος που βουλευτές του διώκονται για κακουργήματα. Όλα αυτά δεν έγιναν κατόπιν μιας δικαστικής απόφασης αλλά με την απόφαση δίωξης που έλαβε ο εισαγγελέας. Αν ισοδυναμούν με de facto διάλυση ενός κοινοβουλευτικού κόμματος έχουμε μια σοβαρή παραβίαση λειτουργίας της δημοκρατίας μας.

Υποστηρίζεται ότι δεν πρόκειται για διάλυση κόμματος αλλά για δίωξη εγκληματικής οργάνωσης, σύμφωνα με το άρθρο 187 του ΠΚ. Με απλά λόγια, ο εισαγγελέας, με βάση τις ενδείξεις που είχε, έκρινε ότι η Χρυσή Αυγή πρέπει να διωχθεί ως εγκληματική οργάνωση, κάτι ανάλογο της Μαφίας, με συνέπεια να διώκονται οι κατηγορούμενοι για το διαρκές και αυτόφωρο κακούργημα της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση και να μην χρειάζεται για τους βουλευτές άδεια της Βουλής για άρση της ασυλίας τους.

Περισσότερα

Wednesday, October 9, 2013

Το πρόβλημα δεν είναι η έκφραση, το πρόβλημα είναι η επιβολή της με το ζόρι...

του Φώτη Γεωργελέ

Athens Voice

9 Οκτωβρίου 2013

Όταν κάποια ομάδα προσπάθησε να διακόψει τη συναυλία για να διαβάσει στο κοινό τις απόψεις της, ο Σωκράτης Μάλαμας δεν το επέτρεψε. Επανήλθαν στην επόμενη και το πέτυχαν, διάβασαν ένα κείμενο εναντίον του φασισμού. Στο βίντεο από το γεγονός μού έκανε εντύπωση μια μικρή λεπτομέρεια. Τη δεύτερη φορά ξεδίπλωσαν ένα τεράστιο πανό, τόσο τεράστιο που έκρυβε όλη τη σκηνή. Ο καλλιτέχνης λογικά υποχώρησε και πέρασε το δικό τους. Το μήνυμα ήταν, φίλε, δεν μπορείς να μας εμποδίσεις, θα πούμε ό,τι γουστάρουμε, αλλιώς συναυλία δεν θα κάνεις.

Μια συναυλία είναι το μέσον με το οποίο ένας καλλιτέχνης μιλάει στο κοινό του. Στο κοινό που έχει έρθει γιατί έχει επιλέξει να ακούσει αυτόν. Μιλάει συνήθως με το έργο του κι αν θέλει να πει κάτι παραπάνω, το λέει ο ίδιος. Και λέει αυτό που πιστεύει αυτός. Όχι αυτό που πιστεύουν οι άλλοι. Η δουλειά και η προσωπική έκφραση ενός καλλιτέχνη δεν είναι κοινής χρήσης μέσον μετάδοσης. Δεν παραχωρείται σε όποιον είναι πιο δυνατός ή πιο θρασύς. Ο καθένας μπορεί να διαδώσει τις ιδέες του ελεύθερα σ’ αυτή τη χώρα. Μπορεί να κάτσει στην είσοδο του θεάτρου, να φωνάζει συνθήματα, να σηκώσει πανό, να μιλήσει στον κόσμο. Δεν έχει κανένα λόγο να διακόψει τη δουλειά του άλλου, να διαλύσει τη σχέση του με το κοινό, να επιβάλει σε ένα κοινό που πιθανόν να διαφωνεί με όσα ακούει, να τα ακούσει με το ζόρι.

Ήταν μια ανακοίνωση εναντίον του φασισμού, άλλη μια ειρωνεία της ζωής. Η οποία εκφωνήθηκε με το ζόρι καταπιέζοντας ένα κοινό 2,5 χιλιάδων ανθρώπων και επιβάλλοντας στον Μάλαμα να συμμορφωθεί, αν ήθελε να συνεχιστεί η συναυλία. Εγώ θεωρώ αξιέπαινο και αναγκαίο οι άνθρωποι να ευαισθητοποιούνται απέναντι στο φασισμό. Όμως ακούγοντας την ανακοίνωση διαφωνούσα με τα μισά απ’ όσα έλεγε. Μπορώ να πάω στην επόμενη συναυλία του Μάλαμα να πω τις δικές μου απόψεις για το φασισμό; Φαίνεται σε κανέναν λογικό αυτό; Γιατί όχι; Επειδή δεν μπορώ να το επιβάλω με το ζόρι, να ξεδιπλώσω ένα τόσο μεγάλο πανό; Να πάνε άλλοι; Να πηγαίνουν πολιτικές ομάδες να διακόπτουν συναυλίες να λένε τις απόψεις τους;

Περισσότερα

Tuesday, October 8, 2013

Cambodia’s Unseen Horrors

by Richard Bernstein

New York Review of Books

October 8, 2013

Like other secretive and totalitarian regimes of the twentieth century, Cambodia’s Khmer Rouge left behind hardly any visual record of its murderous rule. Of course, the KR leadership, which held total power in Cambodia from 1975 to 1979, had plenty of propaganda made to show the glories of their remaking of Cambodian society. Notoriously, they also left behind black and white head shots of every one of the fourteen thousand people who were admitted to Tuol Sleng Prison in Phnom Penh, officially known as S-21, who were then tortured and executed. But the only two western reporters who were allowed into the country during the KR years were largely unable to record what was happening. Last year one of them, Elizabeth Becker, had an exhibition of her photographs in Phnom Penh, which drew a large and intensely interested audience. Yet while there are portraits of guerrilla soldiers, working peasants, and plenty of the leaders of the Angkar, the Organization, especially Pol Pot himself, there are no images of the starving children, torture, executions, and scenes of grief and misery that were pervasive under a regime that killed one-fifth of the Cambodian population.

The images that do not exist form the “missing picture” of Cambodian filmmaker Rithy Panh’s newest documentary, which won a top prize at the Cannes Film Festival earlier this year and is being screened at the New York Film Festival this fall. (It will be more widely released in the United States in the spring.) The Missing Picture is not a systematic history of the KR era, but it follows the chronology of events, beginning with a brief recollection of Phnom Penh when it was still a languid and abundant Southeast Asian city, perfumed with the scent of jasmine. Then, with the collapse of the American-supported government, young Khmer Rouge soldiers emerged from their jungle redoubts—they had been recruited mostly from Cambodia’s villages—and took over the country’s capital. Panh remembers the silence and stares of these well-indoctrinated boys who were almost children themselves, the first sign of the regime’s mortal hostility to the city and its inhabitants, and then the four years during which the Angkar killed off hundreds of thousands of people—members of the ancien régime of course, but also virtually anybody with an education, anybody who wore glasses, anybody capable of independent thought. After only a short year or so, Cambodia had already become “collectivist, uncorrupt, equal, and prosperous,” as Pol Pot announced, though real life was “straw huts, drought, exhaustion, hunger, speakers blaring slogans,” and, of course, 1.7 million deaths in a population of less than ten million.

Monday, October 7, 2013

Reason and the End of Poverty

by Kaushik Basu

Project Syndicate

October 7, 2013

The World Bank has set two new goals for itself: ending extreme and chronic poverty in the world by 2030, and promoting shared prosperity, defined in terms of progress of the poorest 40% of the population in each society. Now that the United Nations General Assembly Open Working Group on Sustainable Development Goals has endorsed the Bank’s anti-poverty target, debate about how to achieve it has revived an old question: Will the benefits of economic growth trickle down on their own, reaching all, or will we need targeted redistributive policies?

Many people remain in the growth-only camp only because of an error in deductive reasoning; unlike committed ideologues, they can be weaned from their position. That is why the World Bank’s second goal of promoting shared prosperity is important not only in itself, but as an essential complement to the goal of ending poverty.

Recognizing that some “frictional” poverty will inevitably persist over the next two decades, the World Bank’s formal target is to reduce the percentage of people living below the poverty line – defined as daily consumption of less than $1.25 (in purchasing-power-parity terms) per person – to less than 3%.

World Bank research predicts that if all countries grow at the same rates that they did over the past 20 years, with no change in income distribution, world poverty will fall to 7.7% by 2030, from 17.7% in 2010. If they grow faster, at the average rates recorded in the 2000’s, the poverty rate will fall to 5.5%.

These numbers suggest that growth alone is unlikely to get us to the 3% target. But this is mere suggestion. One can argue that we should nonetheless rely on growth and simply adopt measures that encourage more of it.

More

Saturday, October 5, 2013

Γράμμα προς ένα νέο οπαδό της Χρυσής Αυγής

του Αριστείδη Χατζή

Ημερησία

5 Οκτωβρίου 2013

Αυτό δεν είναι ένα γράμμα. Δεν απευθύνεται σε κάποιον ή κάποια που γνωρίζω. Δεν ανυπομονούσα να το γράψω. Δεν υπάρχει κανείς που θα το περιμένει.

Αυτή είναι μια ανοικτή επιστολή. Μου τη ζήτησε η Ημερησία και αποφάσισα να τη γράψω. Απευθύνεται σε νέους και νέες. Δεν ξέρω πόσοι είναι. Δεν ξέρω τι σκέφτονται. Δεν ξέρω τι πρόκειται να κάνουν. Υποψιάζομαι ότι οι περισσότεροι δεν θα ενδιαφερθούν να διαβάσουν αυτήν την επιστολή. Αλλά εγώ έχω υποχρέωση να τη γράψω.

Δεν θέλω να είναι μια συνηθισμένη επιστολή αυτού του τύπου. Γλυκανάλατα πατερναλιστική. Δεν θέλω να δείξω κατανόηση. Ούτε θα σας ζαλίσω με γελοίους λυρισμούς. Θα σας πω μόνο αυτό που πιστεύω.

1. Η Χρυσή Αυγή είναι ένα καθαρόαιμο ναζιστικό κόμμα. Είσαι σίγουρος ότι είσαι κι εσύ ναζιστής; Είσαι σίγουρη ότι θέλεις να υποστηρίξεις ένα κόμμα που θαυμάζει εκείνους που διέπραξαν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας μαζί με το χειρότερο απ' όλα, το Ολοκαύτωμα; Είσαι σίγουρος ότι θέλεις να συνδέσεις το όνομά σου και τη ζωή σου με ανθρώπους που έχουν πρότυπο εκείνους που επιτέθηκαν, κατάκτησαν και κατέστρεψαν την πατρίδα μας; Αν δεν σε πειράζουν όλα αυτά, αν θεωρείς ότι δεν σε αφορούν, αν είναι όλα πολύ μακρινά για σένα, τότε είσαι στον κατάλληλο πολιτικό χώρο. Τους αξίζεις και σου αξίζουν.

2. Η Χρυσή Αυγή είναι ένα ρατσιστικό, μισαλλόδοξο, απάνθρωπο κόμμα. Βλέπεις κι εσύ τους ανθρώπους που διαφέρουν από σένα σαν σκουπίδια; Νομίζεις κι εσύ ότι ανήκεις σε μια ανώτερη φυλή και σε ξεχωρίζει το καθαρό σου αίμα; Μισείς κι εσύ τόσο αυτούς τους ανθρώπους που ήρθαν στη χώρα μας για να επιβιώσουν; Είσαι έτοιμη κι εσύ να βγεις στους δρόμους και να κυνηγήσεις τα θηράματα; Αν έχεις καταντήσει έτσι, μείνε εκεί. Σε χρειάζονται και τους χρειάζεσαι.

3. Η Χρυσή Αυγή είναι ένα λούμπεν κόμμα της άγνοιας και της αγραμματοσύνης. Μαθαίνεις ιστορία από τα εθνικιστικά blogs του μίσους και της βλακείας; Δεν μπορείς να ξεχωρίσεις την ιστορία από τη μυθολογία; Διαβάζεις κείμενα τσαρλατάνων γιατί δεν μπορείς να αντέξεις την επιστήμη και τον ορθό λόγο; Πιστεύεις σε θεωρίες συνωμοσίας και ψεκασμένες «αλήθειες»; Ζεις προφανώς ακόμα στον Μεσαίωνα. Μείνε εκεί, θέλει θάρρος ο Διαφωτισμός.

Τι είπες;

Είσαι εκεί γιατί το πολιτικό σύστημα είναι βρόμικο; Γιατί οι πολιτικοί είναι κλέφτες; Κι εσύ αντιδράς επιλέγοντας ό,τι πιο βρόμικο υπάρχει. Εντάσσεις τον εαυτό σου σε μια συμμορία. Απορρίπτεις τους κλέφτες και διαλέγεις τους ναζιστές. Συγχαρητήρια. Να τους χαίρεσαι.

Είσαι εκεί γιατί αντιδράς στη βία που ασκεί το «άλλο άκρο»; Προφανώς λες ψέματα ακόμα και στον ίδιο σου τον εαυτό. Δεν απεχθάνεσαι τη βία. Απεχθάνεσαι την ακροαριστερή βία. Με την ακροδεξιά βία δεν φαίνεται να έχεις πρόβλημα. Αλλά όποιο είδος βίας κι αν ανέχεσαι και δικαιολογείς το ίδιο αχρείος είσαι.

Τι να σου πω άλλο; Δεν έχεις πλέον καμιά δικαιολογία. Κατόρθωσες να εξευτελίσεις τον εαυτό σου και την πατρίδα σου. Έπεσες στον πάτο. Ίσως τώρα (ίσως!) αποφασίσεις επιτέλους να σηκωθείς. Θα βρεις πολλά χέρια έτοιμα να σε βοηθήσουν.

* Ο Αριστείδης Χατζής είναι αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Εδώ θα βρεις το άρθρο στην ιστοσελίδα της Ημερησίας μαζί με άλλα δύο σχετικά άρθρα της Σώτης Τριανταφύλλου και του Δημήτρη Δημητράκου